Οι δύσκολες συνθήκες που βιώνουν χιλιάδες νοικοκυριά στη χώρα μας, αντικατοπτρίζονται για άλλη μια φορά και από επίσημα στοιχεία.
Με βάση δεδομένα της Στατιστικής Υπηρεσίας, πέραν του 17% του πληθυσμού, ήτοι 164.000 άτομα, κατά το 2024 βρίσκονταν σε κίνδυνο φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό. Το ποσοστό αυτό όμως προέκυψε μετά την στήριξη με κοινωνικά επιδόματα. Το πραγματικό ποσοστό του πληθυσμού που βρισκόταν σε τέτοιο κίνδυνο ανερχόταν σε 34,2% γεγονός που πρέπει να απασχολήσει και να προβληματίσει όλους τους αρμόδιους φορείς και Υπηρεσίες.
Αναμφίβολα, η κατάσταση με τον υψηλό πληθωρισμό, τα παράλογα υψηλά κόστη στέγασης και ενοικίου και την ακρίβεια γονατίζει χιλιάδες νοικοκυριά και στερεί από συνανθρώπους μας, όλων των ηλικιών, βασικά αγαθά και είδη πρώτης ανάγκης.
Πέραν από τις βασικές ανάγκες σε τρόφιμα και άλλα είδη πρώτης ανάγκης, μεγάλη μερίδα των εργαζομένων και των χαμηλοσυνταξιούχων μας, λαμβάνουν μισθούς και συντάξεις που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της καθημερινότητας, υποβαθμίζοντας έτσι το επίπεδο διαβίωσης τους σε μία Κύπρο όπου τα τελευταία χρόνια οι αριθμητικοί δείκτες ευημερούν, ενώ μεγάλη μερίδα των συμπολιτών μας δυστυχούν.
Την ίδια ώρα, το κόστος απόκτησης κατοικίας έχει καταστεί απαγορευτικό για τους κοινωνικά ευάλωτους και τα νεαρά ζευγάρια που δεν διαθέτουν το απαραίτητο εισόδημα για την απόκτηση ακόμη και του πιο φτηνού διαμερίσματος. Τα ενοίκια στα ύψη αναγκάζουν όλο και περισσότερους νέους να μένουν στο πατρικό τους και να διστάζουν να δημιουργήσουν τη δική τους οικογένεια.
Πρόκειται για καταστάσεις και δεδομένα που δυστυχώς έχουν αλυσιδωτές επιπτώσεις, τόσο στην οικονομία, όσο και στην κοινωνία.
Με όλα αυτά να απασχολούν χιλιάδες νοικοκυριά και πολίτες, η ΔΕΟΚ επαναδιατυπώνει εκ νέου τις θέσεις της:
- Η απόδοση της ΑΤΑ στο 100% και η σταδιακή επέκτασή της καθίσταται τώρα περισσότερο επιβεβλημένη. Η διάβρωση των μισθών ιδιαίτερα αυτών που βρίσκονται στα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα από την άνοδο των τιμών σε βασικά είδη πρώτης ανάγκης οδηγεί στην αύξηση της φτώχειας και σε διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.
- Η επέκταση των συλλογικών συμβάσεων και η ρύθμιση των εργασιακών ωφελημάτων έτσι ώστε να υπάρχουν σωστοί και δίκαιοι μισθοί, οι οποίοι θα ανταποκρίνονται στην αξία της παραγόμενης εργασίας για να κατανέμεται δικαιότερα ο παραγόμενος πλούτος.
- Άμεση λήψη μέτρων για στήριξη των νοικοκυριών και των ευάλωτων κοινωνικών τάξεων όπως η μείωση του ΦΠΑ σε καύσιμα και τρόφιμα, η μείωση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος και η αποτελεσματική αξιοποίηση του νομοθετικού εργαλείου για την επιβολή πλαφόν σε καύσιμα και άλλα είδη πρώτης ανάγκης.
- Παρά το γεγονός πως η πολιτική των επιδομάτων δεν είναι η λύση στο πρόβλημα καθώς κύριο μέλημα θα πρέπει να είναι η δημιουργία εκείνων των συνθηκών που να κατοχυρώνουν το δικαίωμα κάθε πολίτη στην πρόσβαση στην εργασία και στην αξιοπρεπή διαβίωση, εντούτοις θα πρέπει άμεσα να επαναξιολογηθούν και αναπροσαρμοστούν όλα τα επιδόματα κοινωνικής πρόνοιας συμπεριλαμβανομένου και του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.
- Έχουμε ζητήσει από τον Υπουργό Οικονομικών, ενόψει και της φορολογικής μεταρρύθμισης να υιοθετήσει παρόμοια πολιτική με αυτή που προτείνεται όσον αφορά την φόρο ελάφρυνση σε όσους είτε έχουν οικιστικά δάνεια είτε πληρώνουν ενοίκια και τα εισοδήματα τους δεν φορολογούνται, με το να εισάγει το θεσμό του ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΕΝΟΙΚΙΟΥ.
Γραφείο Τύπου ΔΕΟΚ
26 Μαρτίου 2025