Η ΔΕΟΚ εκφράζει την έντονη ανησυχία της από τις συνεχείς αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων και προειδοποιεί για τις αλυσιδωτές επιπτώσεις τόσο στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας όσο και στους καταναλωτές που θα πληρώσουν το τίμημα των αναπόφευκτων αυξήσεων σε αγαθά και υπηρεσίες. Δυστυχώς δεν είναι η πρώτη φορά που οι τιμές των καυσίμων αυξάνονται με ταχύτητα φωτός μόλις αυξηθούν οι διεθνείς τιμές ενώ όταν παρατηρείται μείωση, οι εταιρείες πετρελαιοειδών συνεχίζουν να κερδοσκοπούν ακολουθώντας ρυθμούς χελώνας.
Το πρόβλημα της αισχροκέρδειας στον κλάδο των καυσίμων είναι πολυσυζητημένο και δεν ωφελούν περισσότερες συζητήσεις. Μελέτες έχουν γίνει, πορίσματα έχουν εξαχθεί, εμπειρογνώμονες έχουν καταθέσει πορίσματα ενώ κόμματα και οργανώσεις έχουν καταθέσει προτάσεις. Αυτό που επιβάλλεται να γίνει είναι η υιοθέτηση και η εφαρμογή μέτρων ώστε στο σύστημα κοστολόγησης, τιμολόγησης και εμπορίας των καυσίμων να εφαρμοστούν μέτρα επαρκούς ελέγχου και πλήρους διαφάνειας.
Δυστυχώς ο ολιγοπωλιακός χαρακτήρας στην αγορά και εμπορία καυσίμων στην Κύπρο διαμορφώνει συνθήκες που οδηγούν στην δημιουργία καρτέλ και στην χειραγώγηση των τιμών. Επιβάλλονται αυστηρότεροι έλεγχοι και λήψη μέτρων που να αποτρέπουν τέτοια φαινόμενα. Επιπρόσθετα το Υπουργείο Ενέργειας πρέπει να επανεξετάσει το θέμα της δημιουργίας μικρών αυτοεξυπηρετούμενων πρατηρίων καυσίμων ώστε να προσφερθούν περισσότερες επιλογές στους καταναλωτές.
Η ΔΕΟΚ πιστεύει ότι είναι καιρός η Κυβέρνηση να εξετάσει το θέμα της υπερφορολόγησης των καυσίμων. Είναι απαράδεκτο οι φορολογίες στα καύσιμα να αντιπροσωπεύουν το 50% της τιμής τους σε ένα τόπο που δεν διαθέτει δημόσιες συγκοινωνίες και το μεταφορικό μέσο ιδιωτικής χρήσης είναι απαραίτητο για τον κάθε πολίτη και εργαζόμενο.
Γραφείο Τύπου ΔΕΟΚ
06 Ιουνίου 2018