Με αφορμή τις διεκδικήσεις των εργαζομένων στην ΑΗΚ οι εργοδοτικές οργανώσεις επαναφέρουν το θέμα του περιορισμού του δικαιώματος της απεργίας στις ουσιώδεις υπηρεσίες. Ουσιαστικά οι εργοδότες επιχειρούν προληπτικά την κατάργηση του δικαιώματος των εργαζομένων στους οργανισμούς κοινής ωφελείας να διαπραγματεύονται τους όρους απασχόλησης και την διασφάλιση των εργατικών τους δικαιωμάτων.
Δεν είναι η πρώτη φορά που με προκλητικό τρόπο ο εργοδοτικός κόσμος της Κύπρου καταφέρεται κατά του δικαιώματος της απεργίας. Μόλις μια ομάδα εργαζομένων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα διαμαρτυρηθεί ή αντιδράσει για παραβίαση των δικαιωμάτων της οι εργοδοτικές οργανώσεις απαιτούν την ποινικοποίηση της απεργίας στους οργανισμούς που προσφέρουν ουσιώδεις υπηρεσίες. Το επιχείρημα που προβάλλεται είναι ότι καμιά ομάδα εργαζομένων δεν πρέπει να καταχράται την δύναμη που διαθέτει σε νευραλγικούς τομείς της οικονομίας θέτοντας σε κίνδυνο ζωτικά συμφέροντα των πολιτών και του κράτους. Το θέμα αυτό έχει ρυθμισθεί αποτελεσματικά με την συμφωνία Διαδικασίας Επίλυσης Εργατικών Διαφορών σε Ουσιώδεις Υπηρεσίες του 2004 η οποία υπογράφηκε από όλους τους κοινωνικούς εταίρους και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του Κώδικα Βιομηχανικών Σχέσεων. Η συμφωνία η οποία έγινε επί διακυβέρνησης Τάσου Παπαδόπουλου καθορίζει ότι σε περίπτωση διαπραγματεύσεων είτε για σύναψη συλλογικής σύμβασης για πρώτη φορά είτε για ανανέωση συλλογικής σύμβασης και εφόσον έχει διαπιστωθεί ότι έχουν εξαντληθεί όλα τα περιθώρια διαπραγματεύσεων για τον κάθε τομέα και κηρύσσεται αδιέξοδο τότε τα δύο μέρη υποχρεούνται να παραπέμψουν την διαφορά σε επιτροπή διαιτησίας η οποία υποχρεούται εντός έξι εβδομάδων από την παραπομπή να εκδώσει και να κοινοποίηση την απόφαση της στα ενδιαφερόμενα μέρη.
Η απόφαση της επιτροπής δεν είναι δεσμευτική. Τα δύο μέρη όμως οφείλουν να απαντήσουν γραπτώς στην/ον Υπουργό Εργασίας εντός επτά ημερών και σε περίπτωση μη αποδοχής της απόφασης να τεκμηριώσουν γραπτώς τους λόγους της απόρριψης. Επίσης εντός ενός έτους από την υπογραφή της διαδικασίας επίλυσης εργατικών διαφορών οι πλευρές καλούνται όπως συμφωνήσουν σε όλες τις καθορισμένες υπηρεσίες το ελάχιστο όριο υπηρεσίας η οποία θα παρέχεται στην διάρκεια της απεργίας.
Είναι γνωστό ότι το σύστημα εργασιακών σχέσεων στην Κύπρο βασίζεται στον Κώδικα Βιομηχανικών Σχέσεων και στις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις. Οι βασικές αρχές στις οποίες βασίζεται ο κώδικας προάγουν την διαβούλευση, την διαπραγμάτευση και τον κοινωνικό διάλογο μεταξύ των κοινωνικών εταίρων για τον καθορισμό των όρων απασχόλησης και την διαδικασία επίλυσης των εργατικών διαφορών.
Η αυστηρή τήρηση του κώδικα τις προηγούμενες δεκαετίες διασφάλισε σε μεγάλο βαθμό την οικονομική σταθερότητα και την εργατική ειρήνη στον τόπο μας. Δεν είναι τυχαίο που διεθνείς οργανισμοί όπως το Δ.Ν.Τ. και το ILO αλλά και Ευρωπαϊκοί θεσμικοί αξιωματούχοι όπως οι Πρόεδροι της Ε.Κ.Τ. και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εκθείασαν το συναινετικό πνεύμα του πολιτικού συστήματος της Κύπρου και την υπεύθυνη στάση του συνδικαλιστικού κινήματος για την αντιμετώπιση της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης που έπληξε τον τόπο μας. Σήμερα που η οικονομία ανακάμπτει πρέπει να ληφθούν μέτρα που να οδηγούν στην αποκατάσταση των εισοδημάτων των εργαζομένων που έχουν συρρικνωθεί την περίοδο της οικονομικής κρίσης και όχι να αναζητούνται τρόποι υπονόμευσης θεμελιωδών εργατικών δικαιωμάτων όπως το δικαίωμα της απεργίας. Προσδοκούμε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα τηρήσει την υπόσχεση του προς τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και θα σεβαστεί την συμφωνία του 2004 για την επίλυση εργατικών διαφορών στις ουσιώδης υπηρεσίες. Σε διαφορετική περίπτωση η αντίδραση των εργαζομένων θα είναι δυναμική.
Ιωσήφ Αναστασίου
Πρόεδρος Σ.Δ. ΔΕΟΚ