Ιωσήφ Αναστασίου
Πρόεδρος ΔΕΟΚ
Ο όγκος των μεταναστευτικών ροών προς την Κύπρο αυξάνεται επικίνδυνα. Πόσο προετοιμασμένο είναι το κράτος και η κοινωνία μας να υποδεχθεί αυτούς τους απελπισμένους ανθρώπους; Ποιος είναι ο ρόλος και οι ευθύνες των συνδικάτων;
Η Κύπρος φιλοξενεί και απασχολεί πέραν των 100,00 εργαζομένων από την Ευρώπη και τρίτες χώρες. Η μέχρι σήμερα εμπειρία δείχνει ότι η υποδοχή και η υποστήριξη αυτών των εργαζομένων δεν είναι η καλύτερη και η καταλληλότερη. Αποτέλεσμα είναι να έρχονται στην Κύπρο χωρίς προετοιμασία και προπαρασκευή για το τι θα βρουν και τι θα αντιμετωπίσουν στην αγορά εργασίας και την κοινωνία μας. Επίσης λόγω της μεγάλης ανάγκης να εργαστούν μετά την άφιξη τους και της έλλειψης σωστής και οργανωμένης συνδικαλιστικής καθοδήγησης και υποστήριξης βρίσκονται συχνά σε συνθήκες και όρους απασχόλησης υποδεέστερους από το ντόπιο εργατικό δυναμικό. Ακόμα χειρότερα αρκετοί πέφτουν σε απαράδεκτες καταστάσεις εκμετάλλευσης του μόχθου και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας τους.
Ίδιες και δυσμενέστερες είναι οι συνθήκες και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι οικογένειες τους σε σχέση με την εγκατάσταση και την προσαρμογή τους. Ομολογουμένως ο μέχρι σήμερα παρεμβατικός και υποστηρικτικός ρόλος των συντεχνιών του τόπου δεν ήταν ουσιαστικός και επαρκής
Η συμμετοχή των μεταναστών στα συνδικάτα είναι περιορισμένη. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι εργοδοτούνται σε επαγγέλματα και κλάδους της οικονομίας όπως της γεωργίας και των υπηρεσιών που το συνδικαλιστικό κίνημα παραδοσιακά είναι πιο αδύναμο με χαμηλά ποσοστά οργανωτικότητας. Οι άτυπες μορφές απασχόλησης στις οποίες εντάσσονται δεν διευκολύνουν την πρόσβαση τους στα συνδικάτα. Υπάρχει πληθώρα διαφορετικών μορφών απασχόλησης. Μακροχρόνια διαμένοντες, εποχιακοί εργαζόμενοι, προσωρινά αποσπασμένοι, εργαζόμενοι, διασυνοριακοί εργαζόμενοι. Αυτή η ποικιλομορφία εργατικού δυναμικού έχει οδηγήσει στον κατακερματισμό της αγοράς εργασίας και σε ένα φαύλο κύκλο ανταγωνισμού εργαζομένων. Δυστυχώς η δυνατότητα των συνδικάτων να λαμβάνουν μέτρα κατά του κοινωνικού ντάμπιγκ και να διαμορφώνουν όρους ίσης μεταχείρισης μεταξύ τοπικών εργαζομένων και μεταναστών είναι περιορισμένη. Η ένταξη των μεταναστών και των διακινούμενων εργαζομένων σε συνθήκες ανεργίας και υπό την πίεση ενός αυξανόμενου ξενοφοβικού κοινωνικού και πολιτικού ρεύματος είναι πραγματική πρόκληση για τα συνδικάτα. Η ΔΕΟΚ πιστεύει ότι πρέπει να ενισχυθεί η διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των Ευρωπαϊκών συνδικάτων. Να ενεργοποιηθούν αποτελεσματικά οι μηχανισμοί πληροφόρησης, στήριξης και κοινωνικής παρέμβασης και να δοθούν ευκαιρίες και κίνητρα στους μετανάστες να συμμετάσχουν πιο ενεργά στα καθοδηγητικά σώματα των συντεχνιών. Τα συνδικάτα πρέπει ακόμα να πιέσουμε την κυβέρνηση και κατά προέκταση την ΕΕ ώστε να ενισχυθούν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, η ισχύς των συλλογικών συμβάσεων και το εργατικό δίκαιο. Οι μετανάστες εργαζόμενοι χρειάζονται υποστήριξη και καθοδήγηση ιδίως για τα εθνικά κοινωνικά και εργασιακά πρότυπα έτσι ώστε να μην υφίστανται εκμετάλλευση. Τα Ευρωπαϊκά συνδικάτα πρέπει να πιέσουν την ΕΕ ώστε να χρηματοδοτήσει τη δημιουργία σημείων επικοινωνίας με τους μετακινούμενους εργαζόμενους σε όλα τα κράτη μέλη και όχι μόνο στις παραμεθόριες περιοχές. Τα Ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα πρέπει να παρακολουθούν και να διασφαλίζουν την πλήρη εφαρμογή από τα κράτη μέλη του δικαιώματος ασύλου.
Δυστυχώς όπως στις περισσότερες χώρες της ΕΕ που υποδέχονται μεγάλα κύματα μεταναστών έτσι και στην Κύπρο η κυβέρνηση παρακολουθεί την κατάσταση χωρίς στρατηγική και πλαίσιο πολιτικής για να διαχειρισθεί το πρόβλημα και τις συνέπειες του. Η ΔΕΟΚ τάσσεται υπέρ μιας ενεργητικής και συνεκτικής μεταναστευτικής πολιτικής. Όλες οι πολιτικές κινητικότητας και μετανάστευσης εργατικού δυναμικού πρέπει να ενσωματώσουν την εφαρμογή των αρχών της ισότητας και της μη διάκρισης., αυτό έχει ζωτική σημασία για την εξασφάλιση της κοινωνικής συνοχής και της ειρηνικής συμβίωσης στην αγορά εργασίας και στην κοινωνία.
Φιλελεύθερος
Οκτώβριος 2018